Σάββατο 10 Μαΐου 2014

Αντι-βίωση.

     Η νύχτα γι'αυτούς που ξενυχτούν κρατά πάντα πολύ και ποτέ αρκετά. Ο χρόνος αμβλύνεται, το φως και το σκοτάδι συγχέονται.
     Άνθρωποι περιφερόμενοι στους δρόμους, σε πλατείες, από σπίτι σε σπίτι, από μαγαζί σε μαγαζί. Νυχτερινοί περπατητές με την πόλη στα πόδια τους. Πίνουν, γελάνε, χορεύουν, περπατούν, πίνουν, πίνουν, χορεύουν, πίνουν... Τα σώματα λύνονται. Η μουσική τα παρασύρει, το αλκοόλ τα ζεσταίνει, το σκοτάδι τα ζαλίζει. Αλκοόλ και ιδρωμένα κορμιά που τυλίγονται στο χορό, που αγγίζονται, χαϊδεύονται, γοητεύονται, αγαπιούνται.
     Τη νύχτα γίνεσαι ίδιος με όλους. Κανείς δεν ενδιαφέρεται για το ποιος είσαι. Γίνεσαι απλά κάποιος. Άνθρωποι που δε φαντάζεσαι πως έχουν κάτι κοινό να πουν, συζητούν για ώρες, μοιράζονται τους εαυτούς τους σε μία λαϊκή των συναισθημάτων. Φιλοσοφούν, αγαπούν, απελπίζονται, τσακώνονται, πίνουν, χορεύουν, πίνουν... Όσο πιο γρήγορα παραδοθείς σε αυτό που νιώθεις, τόσο πιο έντονα περνά η νύχτα σου.
    Οι ξενύχτηδες δεν νοιάζονται για το αύριο, δεν ξέρουν τι σημαίνει. Δεν έχουν την ανάγκη να ασχοληθούν με κάτι που δεν υπάρχει ακόμα. Μπορεί να ξεχάσουν ένα μέρος της νυχτερινής τους περιπέτειας, όμως δεν έχει σημασία. Το μόνο που μετράει είναι η νύχτα και η περιήγηση. Κάθε είδους περιήγηση.
    
Τους κοιτώ, περπατώ μαζί τους, πίνω από τα ποτήρια τους , χορεύω στους ρυθμούς τους. Όμως τα πόδια μου κουράζονται, το ποτό δε με πιάνει, ο χορός δε με ιδρώνει. Τους κοιτώ και νιώθω την αγάπη που τρέφουν ο ένας για τον άλλον, την ειλικρινή συμπάθεια, τον έρωτα, βλέπω τη χαρά στα μεθυσμένα τους μάτια. Χαίρομαι γι'αυτούς, μα δε χαίρομαι όπως εκείνοι. Ευχαριστιέμαι να τους παρατηρώ, να μπλέκομαι στο πλήθος τους, όμως δεν παρασύρομαι όπως εκείνοι. Κι όταν πια βλέπω έξω στον συννεφιασμένο ουρανό το θαμπό φως της μέρας, για μένα η νύχτα έχει τελειώσει, κι έχει έρθει το αύριο, και δεν έχω καταφέρει να ξεχαστώ.
    "Άλλοι είχαν φανταστικούς φίλους, εγώ είχα φανταστική ζωή.", διάβασα όταν γύρισα σπίτι.

1 σχόλιο: